Ένωση Φορολογούμενων Ελλάδας: Η αγόρευση του συνηγόρου του Συλλόγου κ. Παναγιώτη Χασιώτη, στο Συμβούλιο της Επικρατείας (2-12-2011) Η αγόρευση του συνηγόρου του Συλλόγου κ. Παναγιώτη Χασιώτη, στο Συμβούλιο της Επικρατείας (2-12-2011) ================================================================================ forologoumenos .gr on 03 Δεκεμβρίου 2011 Κύριε Πρόεδρε και  κύριοι Σύμβουλοι της Επικρατείας, Α). Όπως έχει κρίνει και η Νομολογία του Δικαστηρίου Σας, με την υπ΄ αριθ. 1934/1998 απόφαση της Ολομελείας του ΣΤΕ για τις λεγόμενες τότε παρκοεταιρείες, το Κράτος δεν μπορεί να αναθέτει αρμοδιότητες της εκτελεστικής εξουσίας σε ιδιώτες και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.  Στην προκειμένη περίπτωση το Κράτος, με το Νόμο 4021/2011, αναθέτει, κατά παράβαση του άρθρου 26 παρ. 2 του Συντάγματος  στην ΔΕΗ και σε ιδιωτικούς εναλλακτικούς παρόχους ρεύματος την άσκηση ενός πλέγματος φορολογικών αρμοδιοτήτων (υπολογισμός και είσπραξη του φόρου ακίνητης περιουσίας, βεβαίωση των παραβάσεων και επιβολή διοικητικών κυρώσεων με την διακοπή της ηλεκτροδότησης σε περίπτωση μη πληρωμής του φόρου).   Όμως τόσο η αστυνομική όσο και η φορολογική εξουσία αποτελούν τον σκληρό πυρήνα της εκτελεστικής εξουσίας και ασκούνται μόνο από το Δημόσιο και επ΄ουδενί τρόπω από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Β). Όσον αφορά το γεγονός εάν το λεγόμενο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών αποτελεί φόρο ή ανταποδοτικό τέλος: Όπως παγίως δέχεται τόσο η δημοσιονομική θεωρία όσο και η νομολογία του Δικαστηρίου Σας το ζήτημα, αν ένα οικονομικό βάρος αποτελεί "φόρο" ή "ανταποδοτικό τέλος", δεν κρίνεται από το πώς το χαρακτηρίζει η σχετική διάταξη,  όπως στην προκείμενη περίπτωση, αλλά από τη φύση και το σκοπό που υπηρετούν. Ο σκοπός αυτός και η φύση του οικονομικού βάρους κρίνονται τελικώς από το αν η συγκεκριμένη υπηρεσία, η οποία παρέχεται από το κράτος ή  άλλο νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου και για την οποία επιβλήθηκε το οικονομικό βάρος, θεσπίστηκε αποκλειστικώς υπέρ του γενικού συμφέροντος, οπότε πρόκειται για φόρο, ή, συγχρόνως, και υπέρ του συμφέροντος ορισμένου κύκλου προσώπων, τα οποία θα την χρησιμοποιήσουν ή υπέρ των οποίων θα λειτουργήσει, οπότε μπορεί να θεωρηθεί ανταποδοτικό τέλος.    Ανταποδοτικά τέλη  θεσπίζονται δηλαδή  για την αντιμετώπιση των δαπανών και του κόστους που έχει μια παρεχόμενη υπηρεσία ή ένα έργο ή γενικότερα,  μια ειδική αντιπαροχή προς μια κατηγορία προσώπων. Η νομιμότητα της επιβολής των ανταποδοτικών τελών συναρτάται με την ύπαρξη μίας, προσεγγιστικά αναλογικής σχέσης μεταξύ εσόδων και απαιτούμενων, για την παροχή της ειδικής ωφέλειας, δαπανών.  Η διάθεση όλων ή μέρους των εσόδων των ανταποδοτικών τελών για σκοπούς μη άμεσα συναρτόμενους με την παροχή των υπηρεσιών αυτών, δεν είναι σύννομη, καθότι ακυρώνει την αναλογικότητα της σχέσης αυτής (αρχή της ανταποδοτικότητας), και, σε αυτή την περίπτωση, υποκρύπτεται φορολογία. Περαιτέρω, όπως παγίως δέχεται η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας,  εάν το «Τέλος Ακινήτων» ήταν ανταποδοτικό τέλος για τη νομιμότητα της κατ΄ εξουσιοδότηση εκδιδομένης κανονιστικής αποφάσεως, πρέπει, είτε από το κείμενο της αποφάσεως αυτής, είτε από τα στοιχεία που τη συνοδεύουν, να προκύπτει ότι λήφθηκε υπόψη για τον καθορισμό του ύψους των επιβαλλομένων τελών, η σχέση αντιστοιχίας μεταξύ των τελών αυτών και του κόστους των παρεχομένων ειδικών υπηρεσιών. Η αντιστοιχία αυτή εκφράζεται όχι με την απόλυτη ισοσκέλιση των δύο κονδυλίων (εσόδων – εξόδων), αλλά με μία κατά προσέγγιση αναλογική μεταξύ τους σχέση (ΣτΕ  3184/2008) η οποία είναι απαραίτητη για την τεκμηρίωση της ανταποδοτικότητας του ενδίκου τέλους. Όμως ούτε από το κείμενο της προσβαλλομένης κανονιστικής αποφάσεως ούτε από τα στοιχεία που τη συνοδεύουν (βλ.  και αιτιολογική έκθεση του Νόμου), αλλά ούτε και από τις διατάξεις του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011 προκύπτει ότι για την επιβολή και τον προσδιορισμό του τέλους ακινήτων, λήφθηκε υπόψη το υποτιθέμενο κόστος μιας παροχής προς τους ιδιοκτήτες ακινήτων έναντι της οποίας να συνδέεται η καταβολή του αντίστοιχου τέλους ακινήτων, εφόσον πουθενά δεν παρατίθενται τέτοια οικονομικά μεγέθη για την τεκμηρίωση της ανταποδοτικότητας του ενδίκου τέλους  ακινήτων (ΣτΕ  3184/2008). Μολονότι η αιτιολογική έκθεση του Νόμου προσπαθεί ανεπιτυχώς να δώσει στοιχεία εμμέσου ανταποδοτικότητας στο Τέλος Ακινήτων, εντούτοις η παράγραφος 1 του άρθρου 53 ορίζει ότι το έκτακτο ειδικό τέλος επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος που συνίστανται στην άμεση μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος (!). Συνεπώς, τα έσοδα από το έκτακτο ειδικό τέλος προορίζονται για δημοσιονομικούς σκοπούς μη άμεσα συναρτόμενους με την παροχή κάποιας ειδικής ωφέλειας στους ιδιοκτήτες των ακινήτων.   Κατά συνέπεια, το ειδικό τέλος ακινήτου αποτελεί φόρο περιουσίας,  κατά το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος,  όπως άλλωστε ρητώς αποδέχεται και η Αιτιολογική Έκθεση της τροπολογίας. Γ). Περί του ισχυρισμού του Ελληνικού Δημοσίου για τη συνταγματικότητα και νομιμότητα της είσπραξης των δημοτικών τελών των Ο.Τ.Α. μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η. με βάση το Νόμο  2130/1993. Ισχυρίζεται το Ελληνικό Δημόσιο ότι, ήδη με βάση το Νόμο 2130/1993, τα δημοτικά τέλη εισπράττονται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ και ουδέποτε η είσπραξη των δημοτικών τελών από τη ΔΕΗ προσβλήθηκε ως αντισυνταγματική.  Όμως το  Δημόσιο παραβλέπει το εξής βασικό:  Ότι σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 78 παρ. 4 του Συντάγματος: «Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης». Το λεγόμενο «Ειδικό Τέλος Ακινήτων» αποτελεί φόρο και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης προς τη Δ.Ε.Η.  Αντίθετα τα δημοτικά τέλη δεν αποτελούν φόρο, αλλά ανταποδοτικά τέλη και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης προς της ΔΕΗ για την είσπραξή τους.   Για αυτόν ακριβώς το λόγο και δεν έχει προσβληθεί ως αντισυνταγματική η είσπραξη των δημοτικών τελών από τη Δ.Ε.Η. Δ).    Παραβίαση της Οικονομικής Ελευθερίας κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος: Αναφέρομαι σε έναν από τους δύο πιο σημαντικούς, κατά την άποψή μας, λόγους ακυρώσεως της προσβαλλομένης Υπουργικής Απόφασης. Με την επιβολή του ειδικού τέλους των ακινήτων στους λογαριασμούς της Δ.Ε.Η. και των άλλων ιδιωτικών παρόχων ρεύματος, το Κράτος υπεισέρχεται στον συμβατικό δεσμό μίας έγκυρης σύμβασης ιδιωτικού δικαίου.     Κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». Με τη διάταξη αυτή ανάγεται σε δικαίωμα (ατομικό) η συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας και κατοχυρώνεται η οικονομική ελευθερία. Η ελευθερία αυτή περιλαμβάνει την ελευθερία των συμβάσεων (ελευθερία σύναψης και καταγγελίας της σύμβασης, ελευθερία επιλογής του αντισυμβαλλομένου, ελευθερία διαμόρφωσης του περιεχομένου της σύμβασης κλπ), όπως προβλέπεται ειδικότερα στη διάταξη του άρθρου 361 του Αστικού Κώδικα (Ολ ΑΠ 33/2002). Με την ελευθερία των συμβάσεων, ως εκδήλωση του δικαιώματος της οικονομικής ελευθερίας, δεν συμβιβάζεται κατ' αρχήν, μεταγενέστερη επέμβαση του νομοθέτη, περιοριστική της ελευθερίας αυτής, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ελευθερία αυτή προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων ή ασκείται κατά παραβίαση του Συντάγματος ή ενέχει προσβολή των χρηστών ηθών, καθώς επίσης κατά τις περιπτώσεις που ασκείται εις βάρος της Εθνικής Οικονομίας (άρθρ. 5 παρ. 1, 25 παρ. 3 και 106 παρ. 2 του Συντάγματος,  Ολ. ΑΠ 33/2002). Ε).  Προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: Με το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: "ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας".  Η διάταξη αυτή, η οποία βρίσκεται στο Τμήμα Α΄ του πρώτου μέρους του Συντάγματος, που φέρει τον τίτλο "Μορφή του Πολιτεύματος", δεν θεσπίζει "ατομικό δικαίωμα", αλλά χαρακτηρίζει το δημοκρατικό μας πολίτευμα ως ανθρωποκεντρικό, με θεμέλιο την αξία του ανθρώπου (Ολομέλεια Αρείου Πάγου 40/1998). Η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας αποτελεί στοιχείο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, και όταν η Πολιτεία δεν σέβεται και δεν προστατεύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τότε δεν υπάρχει και δημοκρατία (!). Το τέλος ακινήτων αντίκειται στην αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου διότι η εφαρμογή του θα οδηγήσει στο σκοτάδι και στην εξαθλίωση εκατοντάδες χιλιάδες συνανθρώπους μας που αδυνατούν να πληρώσουν τον φόρο ακινήτων.   Οποιαδήποτε και αν είναι η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας, οποιεσδήποτε και αν είναι οι δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας μας, δεν επιτρέπεται το Κράτος να λαμβάνει μέτρα που προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. ΣΤ). Το Ελληνικό Δημόσιο προτάσσει λόγους υπέρτερους δημοσίου συμφέροντος που «δικαιολογούν» την επιβολή του τέλους ακινήτων  εξαιτίας της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας.   Όμως, όπως έχει κρίνει και η νομολογία, μόνο το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν ταυτίζεται με το δημόσιο συμφέρον (βλ.  Ολομέλεια ΣΤΕ  1663/2009 και  Ε.Δ.Δ.Α.  Μεϊδάνης κατά Ελλάδος, σκέψεις 30, 31). Τυχόν αποδοχή των αιτιάσεων του Δημοσίου, ότι δηλαδή καθίστανται ανενεργά αρκετά άρθρα του Συντάγματος για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, και μάλιστα χωρίς η χώρα να έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πολιορκίας με απόφαση της Βουλής κατά το άρθρο 48 του Συντάγματος,  θα νομιμοποιούσε μία συνταγματική εκτροπή προς όφελος ενός απροσδιόριστου «υπέρτερου εθνικού συμφέροντος».    Μία τέτοια νομολογία θα αποτελούσε ένα κακό και επικίνδυνο προηγούμενο καταπάτησης θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων του Συντάγματός μας (και μάλιστα μη αναθεωρητέων διατάξεων) από οποιαδήποτε κρατική αρχή ή μελλοντική κυβέρνηση η οποία θα προφασίζεται λόγους «δημοσίου ή εθνικού συμφέροντος». Κλείνοντας, την αγόρευσή μου κ. Πρόεδρε και κ. Σύμβουλοι της Επικρατείας, κρίνοντας τους λόγους σκοπιμότητας που επικαλείται το Δημόσιο για την επιβολή των φόρων, θα υπενθυμίσω ότι η απάντηση του δικαστή στα επιχειρήματα σκοπιμότητας έχει ήδη δοθεί από τον πρώτο Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Κωνσταντίνο  Ρακτιβάν: «Υψιστη Σκοπιμότης η Νομιμότης» και αυτό επειδή οι νόμοι είναι τα τείχη του πολιτισμού και μόνο εντός αυτών υπάρχει ελπίδα να επανέλθει η χώρα μας σε φυσιολογικούς ρυθμούς. Κύριε Πρόεδρε και κύριοι Σύμβουλοι της Επικρατείας, Το Σύνταγμά μας, το Κράτος Δικαίου και τα Ατομικά μας Δικαιώματα σε δύσκολες και ανώμαλες καταστάσεις δοκιμάζονται και κινδυνεύουν, σε δύσκολες και ανώμαλες καταστάσεις οφείλουμε να τα προστατεύσουμε (!).