Ένωση Φορολογούμενων Ελλάδας: Το δικόγραφο κατά της ΔΕΗ, στο Ειρηνοδικείο Αμαρουσίου - Το κείμενο της απόφασης Το δικόγραφο κατά της ΔΕΗ, στο Ειρηνοδικείο Αμαρουσίου - Το κείμενο της απόφασης ================================================================================ forologoumenos .gr on 29 Νοεμβρίου 2011 Το κείμενο της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων και της αγωγής κατά της ΔΕΗ, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αμαρουσίου και με βάση το οποίο εκδόθηκε προσωρινή διαταγή κατά της ΔΕΗ, η οποία απαγορεύει τη διακοπή της ηλεκτροδότησης της αιτούσας, μέλους του Συλλόγου ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΙ. Την υπόθεση χειρίστηκε ο νομικός σύμβουλος του Συλλόγου, δικηγόρος Αθηνών Παναγιώτης Χασιώτης. (Δείτε το έγγραφο της απόφασης) ΕΝΩΠΙΟΝ  ΤΟΥ  ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ  ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) ΑΙΤΗΣΗ   Της  (παραλείπεται το όνομα) του ........................ κατοίκου ..............................., οδός ..............................   ΚΑΤΑ   Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Α.Ε.», η οποία εδρεύει στην Αθήνα,  οδός  Χαλκοκονδύλη 30   όπως νόμιμα εκπροσωπείται. Κατά της καθής η προκείμενη η αίτηση εταιρεία κατέθεσα ενώπιον του Δικαστηρίου Σας την από 24-11-2011 αγωγή μας η οποία έχει ως εξής: ΕΝΩΠΙΟΝ  ΤΟΥ  ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ   ΑΓΩΓΗ   Της (παραλείπεται το όνομα)  του ........................ κατοίκου ..............................., οδός ..............................   ΚΑΤΑ   Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού Α.Ε.», η οποία εδρεύει στην Αθήνα,  οδός  Χαλκοκονδύλη 30   όπως νόμιμα εκπροσωπείται.   Ι.  ΙΣΤΟΡΙΚΟ  - ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ: Είμαι ιδιοκτήτρια  μίας κατοικίας (ηλεκτροδοτούμενη από τη Δ.Ε.Η. δομημένη επιφάνεια) που βρίσκεται στην .......................... Αττικής,  στην οδό  .............................. ολικού εμβαδού  160 τετραγωνικών μέτρων.    Στις  20/10/2011 εκδόθηκε από την Δ.Ε.Η. ο λογαριασμός κατανάλωσης ρεύματος (αριθμός παροχής   ...............................) της ανωτέρω οικίας μου συνολικού ποσού  61,19 Ευρώ  για το αντίτιμο του ηλεκτρικού ρεύματος και ποσού  55,86 Ευρώ για δημοτικά τέλη  για την περίοδο κατανάλωσης του ηλεκτρικού ρεύματος από  24/08/2011 έως και  20/10/2011. Η τιμή ζώνης της κατοικίας μου είναι   2.000 Ευρώ.    Επίσης στο λογαριασμό της ΔΕΗ περιλαμβανόταν και το ποσό των  1.1044,00 Ευρώ για το έτος 2011  που αντιστοιχεί στο λεγόμενο “ Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)” που θεσπίσθηκε με το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011 (ΦΕΚ  218/Α΄/03-10-2011). Ειδικότερα το άρθρο 53 του Νόμου  4021/2011 ορίζει, μεταξύ άλλων,  τα εξής για το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.): «1. Για επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος που συνίστανται στην άμεση μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, επιβάλλεται ειδικό τέλος υπέρ του Δημοσίου στις ηλεκτροδοτούμενες για οικιστική ή εμπορική χρήση δομημένες επιφάνειες των ακινήτων που υπάγονται κατά τη 17η Σεπτεμβρίου κάθε έτους στο τέλος ακίνητης περιουσίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 24 του Ν. 2130/1993 (Α΄ 62) σύμφωνα με τις επόμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου. 2. Για τον υπολογισμό του τέλους της παραγράφου 1 λαμβάνεται υπόψη το εμβαδό της δομημένης επιφάνειας, το ύψος της τιμής ζώνης και η παλαιότητα του ακινήτου, όπως αυτά αναγράφονται στο λογαριασμό της Δ.Ε.Η. ή τους εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος με βάση τα οποία λογίστηκε κατά τη 17.9.2011 το τέλος ακίνητης περιουσίας της παρ. 1 του άρθρου 24 του Ν. 2130/1993, καθώς και συντελεστής προσαύξησης αντιστρόφως ανάλογος προς την παλαιότητα του ακινήτου και συντελεστής προσδιορισμού του τέλους σε ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο σύμφωνα με τους ακόλουθους πίνακες: α) Συντελεστής ειδικού τέλους (ευρώ/τ.μ.) Τιμή ζώνης 0,5 Πολύτεκνοι και ανάπηροι της παρ. 6, με ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούν σε περιοχές με τιμή ζώνης από 0 - 3.000 ευρώ 3 μέχρι 500 ευρώ 4 501 - 1.000 ευρώ 5 1.001 - 1.500 ευρώ 6 1.501 -2.000 ευρώ 8 2.001 - 2.500 ευρώ 10 2.501 - 3.000 ευρώ 12 3.001 - 4.000 ευρώ 14 4.001 - 5.000 ευρώ 16 άνω των 5.001 ευρώ β) Παλαιότητα Συντελεστής μέχρι και 26 έτη 1 25 μέχρι και 20 έτη 1,05 19 μέχρι και 15 1,10 14 μέχρι και 10 1,15 9 μέχρι και 5 1,20 4 έως 0 1,25 Ανεξαρτήτως παλαιότητας προκειμένου για ακίνητα ιδιοκτησίας πολύτεκνων και αναπήρων της παρ. 6, που ιδιοχρησιμοποιούν σε περιοχές με τιμή ζώνης από 0 - 3.000 ευρώ 1   3. Το ποσό του τέλους προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό των τετραγωνικών μέτρων των ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών για τις οποίες υπολογίστηκε από τη Δ.Ε.Η. ή τους εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος το τέλος της παρ. 1 του άρθρου 24 του Ν. 2130/1993, επί το συντελεστή του ειδικού τέλους που αντιστοιχεί στην τιμή ζώνης του ακινήτου και επί το συντελεστή προσαύξησης που αντιστοιχεί στην παλαιότητα του ακινήτου σύμφωνα με τους πίνακες της προηγούμενης παραγράφου». 11.  Αν δεν καταβληθεί το τέλος, η Δ.Ε.Η. και οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος προβαίνουν στην έκδοση εντολής διακοπής του ρεύματος του καταναλωτή προς τον Διαχειριστή του Δικτύου, ο οποίος προβαίνει σε διακοπή της σύνδεσης και δεν το επαναχορηγούν μέχρι να εξοφληθεί το οφειλόμενο τέλος». Στις    17/11/2011 κατέβαλα στην Τράπεζα Alpha Bank (Υποκατάστημα ........................) το ποσό των 125 Ευρώ που αντιστοιχεί στον τελευταίο  λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος της οικίας μου με τα αντίστοιχα δημοτικά, τέλη. Δεν μπόρεσα να καταβάλλω και το ποσόν  των  1.104,00  Ευρώ που αντιστοιχεί στο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)” της οικίας μου, το οποίο προκύπτει ως εξής:  160 τ.μ. της οικίας μου Χ 1,15 συντελεστής προσαύξησης Χ  6,00 Ευρώ το τ.μ. =  1.104,00  Ευρώ. ΙΙ.  ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ: Το λεγόμενο “ Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)” που θεσπίζεται με το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011 αντίκειται σε διατάξεις του Συντάγματός μας. Ειδικότερα: Α).     Κατά  παράβαση  του  άρθρου  1  παρ. 3  και  άρθρου 26 παρ. 2 του Συντάγματος: Η παράγραφος   11 του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011, κατά παράβαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, αναθέτει ένα πλέγμα αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής εξουσίας και δη των φορολογικών αρχών (υπολογισμός και είσπραξη τέλους ακινήτων, βεβαίωση παράβασης για μη πληρωμή και επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιώτες) τόσο στην Δ.Ε.Η., η οποία αποτελεί ανώνυμη εταιρεία και νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, όσο και σε ιδιωτικές εταιρείες παροχής ηλεκτροδότησης (εναλλακτικούς παρόχους τους ονομάζει). Η μνημονευμένη παράγραφος 11  του άρθρου 53  του Νόμου 4021/2011  κατά το μέρος που προβλέπει ευθέως ή επιτρέπει την ανάθεση φορολογικής  φύσεως αρμοδιοτήτων (υπολογισμός και είσπραξη του τέλους, βεβαίωση παράβασης για μη πληρωμή του, επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιώτες) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, αντίκεινται στις θεμελιώδεις διατάξεις του άρθ. 1 παρ. 3 και 26 παρ. 2 του Συντάγματος, κατά την έννοια των οποίων,  η φορολογική εξουσία, ως κατεξοχήν δημόσια εξουσία και έκφραση κυριαρχίας, ασκείται, διά των φορολογικών αρχών, μόνο από το κράτος (και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που και αυτά είναι αποκεντρωμένες καθ’ ύλην κρατικές υπηρεσίες) και όχι από ιδιώτες (Ολομέλεια ΣτΕ  1934/1998). Η οποιαδήποτε ανάθεση άσκησης δημόσιας εξουσίας σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (όπως είναι η Δ.Ε.Η. και οι άλλες ιδιωτικές εταιρείες παροχής ρεύματος) αντίκειται στο άρθρο 26 παρ. 2 του Συντάγματός μας, καθώς η άσκηση της  δημόσιας εξουσίας αποτελεί την κατ΄ εξοχήν έκφραση κυριαρχίας του Κράτους και ασκείται μόνο από το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ολομέλεια ΣτΕ 1934/1998). Τόσον η είσπραξη φόρων, όσο και η βεβαίωση παραβάσεων και επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιώτες λόγω της άρνησης πληρωμής φόρων, αποτελούν στοιχεία άσκησης δημόσιας εξουσίας, η οποία ασκείται μόνο από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας,  κατά το άρθρο 26 παρ. 2 του Συντάγματος.    Η άσκηση δημόσιας εξουσίας από ιδιώτες νοθεύει και την γενική αρχή του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, όπως αυτή εκφράζεται στο άρθρο 1  παρ. 3 του Συντάγματος που ορίζει: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». Ως δε άσκηση της δημόσιας εξουσίας η οποία αντισυνταγματικώς ανατίθεται σε ιδιώτες θεωρούμε αφενός την εξουσία κατάστρωσης του καταλόγου των προσώπων από τα οποία θα ζητηθεί ο φόρος, αφετέρου δε την εξουσία καταναγκασμού σε πληρωμή, ήτοι την διαδικασία διοικητικής εκτέλεσης, του φόρου αυτού. Συνεπώς,  το άρθρο 53  του Ν. 4021/2011 αντίκειται στις ανωτέρω διατάξεις  των άρθρων 1 παρ. 3 και 26 παρ. 2 του Συντάγματος, διατάξεις δηλαδή υπερνομοθετικής ισχύος. Β)  Κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας του φόρου (άρθρο   78   παρ. 1  και  4  του Συντάγματος): Το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει: "Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος."   Δυνάμει της  συνταγματικής αυτής διάταξης,  είναι αντισυνταγματική μια διάταξη που ορίζει ότι η βάση υπολογισμού του φόρου δεν καθορίζεται από τον νόμο όπως αυτός θα εφαρμοστεί  από διοικητικές αρχές,  αλλά θα καθοριστεί (ή έχει ήδη καθοριστεί) από την ΔΕΗ ή τους εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος.  Η χρήση της μεθόδου υπολογισμού που ακολουθεί  η ΔΕΗ συνιστά σιωπηρή αλλά ξεκάθαρη εξουσιοδότηση προς νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου να καθορίσει το αντικείμενο του φόρου,  το οποίο παρέλειψε να προσδιορίσει με επάρκεια ο φορολογικός νομοθέτης. Η ρύθμιση αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση μόνο με την ανωτέρω διάταξη που επιβάλλει να είναι καθορισμένο το αντικείμενο του φόρου από τον νόμο, αλλά έρχεται σε μείζονα λόγω και με την απαγόρευση εξουσιοδότησης προς την διοίκηση, πολλώ δε μάλλον σε ιδιώτη ή Ν.Π.Ι.Δ., να καθορίσει ένα από τα στοιχεία του φόρου, και εν προκειμένω την βάση υπολογισμού που είναι η επιφάνεια του ακινήτου που θα φορολογηθεί. Ο νόμος 2130/1993, που αναθέτει στην Δ.Ε.Η. την είσπραξη των δημοτικών τελών, στηρίζεται σε ένα τελείως διαφορετικό νομικό σύστημα φορολογίας: την επιβολή ανταποδοτικών τελών από ΟΤΑ.  Στην συγκεκριμένη κατηγορία δημοσιονομικών εσόδων, ανταποδοτικά τέλη,  επιτρέπεται η νομοθετική εξουσιοδότηση προς όργανα της διοίκησης (Η  Δ.Ε.Η. και οι άλλες εταιρείες παροχής ηλεκτροδότησης  δεν θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν σε αυτά).   Όμως στα πλαίσια του συστήματος αυτού, οι διατάξεις επιβολής του ειδικού τέλους ακινήτων ελέγχονται από πλευράς υπάρξεως ή όχι ανταποδοτικότητας. Όταν το Τέλος δεν έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα αποτελεί φόρο κατά την έννοια του άρθρου 78 του Συντάγματος (ΣΤΕ  60/2010, 2462/1999, 1923/2009). Στην προκειμένη περίπτωση το λεγόμενο «Τέλος Ακινήτων» αποτελεί στην ουσία φόρο καθώς απουσιάζουν από αυτό όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν ένα ανταποδοτικό τέλος.            Το άρθρο 53  του Ν.  4021/2011 και η προσβαλλόμενη υπ΄ αριθ.  1211/2011 Υπουργική Απόφαση (άρθρα 1  έως 5) χρησιμοποιούν τον εύσχημο τίτλο «Έκτακτο  Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών  (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)» χωρίς να το ονομάζουν φόρο.    Είναι αυτονόητο, ότι το ζήτημα, αν ένα οικονομικό βάρος αποτελεί "φόρο" ή "ανταποδοτικό τέλος", δεν κρίνεται από το πώς το χαρακτηρίζει η σχετική διάταξη,  όπως στην προκείμενη περίπτωση,  αλλά από τη φύση και το σκοπό που υπηρετούν. Ο σκοπός αυτός και η φύση του οικονομικού βάρους κρίνονται τελικώς από το αν η συγκεκριμένη υπηρεσία, η οποία παρέχεται από το κράτος ή  άλλο νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου και για την οποία επιβλήθηκε το οικονομικό βάρος, θεσπίστηκε αποκλειστικώς υπέρ του γενικού συμφέροντος, οπότε πρόκειται για φόρο, ή, συγχρόνως, και υπέρ του συμφέροντος ορισμένου κύκλου προσώπων, τα οποία θα την χρησιμοποιήσουν ή υπέρ των οποίων θα λειτουργήσει, οπότε μπορεί να θεωρηθεί ανταποδοτικό τέλος. Όπως παγίως γίνεται δεκτό από τη νομολογία (ΣτΕ 2462/1999, ΣτΕ 649/1981 και ΑΕΔ  5/1984,  ΣτΕ 950/1981) και τη δημοσιονομική θεωρία, το ανταποδοτικό τέλος διακρίνεται επίσης από τον φόρο κατά το ότι αποτελεί μεν και αυτό, όπως ο φόρος, αναγκαστική οικονομική παροχή,  καταβάλλεται όμως, έναντι ειδικής αντιπαροχής, δηλαδή έναντι ειδικώς παρεχόμενης δημόσιας υπηρεσίας, προς την οποία μάλιστα τελεί σε σχέση αντιστοιχίας, καθώς αποσκοπεί στην κάλυψη του κόστους παροχής της. Η δημόσια δε αυτή υπηρεσία, χάριν της οποίας επιβάλλεται το ανταποδοτικό τέλος,  παρέχεται μεν χάριν δημοσίου σκοπού, εξυπηρετούνται όμως με αυτήν ταυτοχρόνως και όποιοι τη χρησιμοποιούν, που φέρουν και το βάρος των δαπανών της. Πρόκειται δηλαδή για μονομερώς επιβαλλόμενες χρηματικές υποχρεώσεις, διακρινόμενες από τους φόρους, κατά το ότι η καταβολή αυτών, συνδέεται με την παροχή ειδικής ωφέλειας. Ανταποδοτικά τέλη  θεσπίζονται δηλαδή  για την αντιμετώπιση των δαπανών και του κόστους που έχει μια παρεχόμενη υπηρεσία ή ένα έργο ή γενικότερα,  μια ειδική αντιπαροχή προς μια κατηγορία προσώπων.   Η νομιμότητα της επιβολής των ανταποδοτικών τελών συναρτάται με την ύπαρξη μίας, προσεγγιστικά αναλογικής σχέσης μεταξύ εσόδων και απαιτούμενων, για την παροχή της ειδικής ωφέλειας, δαπανών.  Η διάθεση όλων ή μέρους των εσόδων των ανταποδοτικών τελών για σκοπούς μη άμεσα συναρτόμενους με την παροχή των υπηρεσιών αυτών, δεν είναι σύννομη, καθότι ακυρώνει την αναλογικότητα της σχέσης αυτής (αρχή της ανταποδοτικότητας), και, σε αυτή την περίπτωση, υποκρύπτεται φορολογία. Μολονότι η αιτιολογική έκθεση του Νόμου προσπαθεί ανεπιτυχώς να δώσει στοιχεία εμμέσου ανταποδοτικότητας στο Τέλος Ακινήτων, εντούτοις η παράγραφος 1 του άρθρου 53 ορίζει ότι το έκτακτο ειδικό τέλος επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους εθνικού συμφέροντος που συνίστανται στην άμεση μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος (!). Συνεπώς, τα έσοδα από το έκτακτο ειδικό τέλος προορίζονται για δημοσιονομικούς σκοπούς μη άμεσα συναρτόμενους με την παροχή κάποιας ειδικής ωφέλειας στους ιδιοκτήτες των ακινήτων.   Κατά συνέπεια, το ειδικό τέλος ακινήτου αποτελεί φόρο περιουσίας,  κατά το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος,  όπως άλλωστε ρητώς αποδέχεται και η Αιτιολογική Έκθεση της τροπολογίας. Ο νομοθέτης προσπαθεί να μεταφέρει την ευχέρεια της δυνατότητας καθορισμού του αντικειμένου του τέλους με εξουσιοδότηση, σε ένα τελείως διαφορετικό νομικό πλαίσιο στο οποίο δεν είναι ανεκτός συνταγματικά ο κατ' εξουσιοδότηση καθορισμός της βάσης του φόρου.                Η σιωπηρή αλλά ξεκάθαρη εξουσιοδότηση προς νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου να καθορίσει το αντικείμενο του φόρου,  αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος που ορίζει ότι:  «Το αντικείμενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή οι εξαιρέσεις από τη φορολογία δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης». Συνεπώς, το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011 αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 78 παρ. 1 και 4 του  Συντάγματος. Γ). Κατά παράβαση της αρχής της φοροδοτικής ικανότητας κατά το άρθρο 4 παρ. 5 και 25 παρ.  1  του  Συντάγματος: Με τις διατάξεις αυτές του Συντάγματος καθιερώνονται ορισμένες γενικές αρχές, με τις οποίες επιδιώκεται από το συνταγματικό νομοθέτη η πραγμάτωση των κανόνων της φορολογικής δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου γενικότερα. Οι αρχές αυτές είναι η καθολικότητα της επιβάρυνσης και η ισότητα αυτής έναντι των βαρυνομένων, εξειδικευόμενη με τον, κατ΄ αρχήν, βάσει ορισμένης φοροδοτικής ικανότητας, καθορισμό του φορολογικού βάρους (ΣτΕ  91/2011). Οι διατάξεις αυτές, όπως παγίως έχουν ερμηνευθεί, δεν αποκλείουν  την εκ μέρους του κοινού νομοθέτη διαφορετική φορολογική μεταχείριση κατηγοριών φορολογουμένων, εφόσον η μεταχείριση αυτή δεν είναι αυθαίρετη, αλλά στηρίζεται σε γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, ανταποκρινόμενα στις ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες τελεί κάθε κατηγορία (ΣτΕ 1135/1991). Η φορολογική υποχρέωση πρέπει να είναι ανάλογη της φοροδοτικής ικανότητας του κάθε πολίτη.  Η όποια φορολογική επιβάρυνση πρέπει να συνάπτεται με γενικό και αντικειμενικό κριτήριο, από το οποίο να τεκμαίρεται, κατά την κοινή πείρα, η ύπαρξη αντίστοιχης οικονομικής δυνατότητας και, επομένως, φοροδοτικής ικανότητας των επιβαρυνόμενων.   Η φοροδοτική ικανότητα του φορολογούμενου θα πρέπει να προκύπτει επίσης με συνδυασμό αντικειμενικών στοιχείων, σε συνάρτηση δηλαδή με τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης, και υποκειμενικών στοιχείων, δηλαδή να διαπιστώνεται εάν άτομα που ανήκουν στην ίδια επαγγελματική ή κοινωνική  τάξη έχουν και την ίδια φοροδοτική ικανότητα. Η  διάταξη του άρθρου 53  Ν. 4021/2011 παραβιάζει την αρχή της φορολογικής ισότητας,  δηλαδή της φορολόγησης με βάση την φοροδοτική ικανότητα,  διότι επιβάλει αδιακρίτως τον ίδιο φόρο  (τέλος ακινήτων) σε όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων (δομημένων επιφανειών),  με μόνα κριτήρια την τιμή ζώνης και την παλαιότητα του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου, χωρίς να συνυπολογίσει και το πραγματικό ετήσιο εισόδημα του καθενός ιδιοκτήτη ακινήτου, το οποίο κατά κοινή πείρα είναι ουσιωδώς διαφορετικό. Το γεγονός ότι δύο φορολογούμενοι ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν ένα ακίνητο της ίδιας αντικειμενικής αξίας και παλαιότητας με το ίδιο εμβαδό τετραγωνικών μέτρων δεν σημαίνει, άνευ ετέρου, ότι έχουν και την ίδια οικονομική δυνατότητα να καταβάλλουν και τον ίδιο ετήσιο φόρο (!), λαμβανομένου υπόψιν ότι το ακίνητο δεν τους αποφέρει εισόδημα. Δε λαμβάνονται δηλαδή καθόλου υπόψιν, πριν  την επιβολή του εν λόγω Τέλους Ακινήτου, οι ιδιαίτερες συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες τελεί ο κάθε υπόχρεος ιδιοκτήτης ακινήτου ούτως ώστε να του επιβάλλεται ο φόρος στο ύψος που πραγματικά του αναλογεί.  Ο φόρος όμως για να είναι αναλογικός και συμβατός με το Σύνταγμά μας πρέπει να είναι ανάλογος με τη φοροδοτική ικανότητα του καθενός, κατά το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος και άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος.      Η αρχή της φορολογικής ισότητας επιβάλλει την κατανομή των φορολογικών βαρών, με βάση τη φοροδοτική ικανότητα εκάστου,   η οποία ικανότητα λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο με βάση τα τετραγωνικά μέτρα της οικίας (!) του ιδιοκτήτη, αλλά γενικότερα με βάση την οικονομική δύναμη του κάθε φορολογούμενου. Δ). Παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της  Ε.Σ.Δ.Α.   που κατοχυρώνουν την   προστασία του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Το λεγόμενο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών προσβάλλει τον πυρήνα του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ιδιοκτησίας καθώς η ενδεχόμενη αδυναμία καταβολής του φόρου από κάποιον ιδιοκτήτη οδηγεί σε de facto δήμευση και στέρηση της ατομικής ιδιοκτησίας του διότι τον οδηγεί στον εξαναγκασμό πώλησης ή αξιοποίησης ιδιοκτησίας παρά τη θέληση του ιδιοκτήτη.  Εμποδίζει τον ιδιοκτήτη από το να ασκεί το συνταγματικό δικαίωμα του για ιδιοκτησία όπως αυτός θέλει. Επίσης με το Τέλος παραβιάζεται και η αρχή της απαγορεύσεως της διπλής φορολογίας (ΣΤΕ 1500/1986), δηλαδή της φορολογήσεως της ίδιας φορολογητέας ύλης για την ίδια αιτία (non bis in idem).   Η επιβολή του νέου ειδικού τέλους ακινήτων αποτελεί δεύτερη φορολόγηση των ιδιοκτητών ακινήτων για την ίδια αιτία (επί της ουσίας δεύτερος φόρος ακίνητης περιουσίας) και για την ίδια φορολογητέα ύλη (τα ίδια ακίνητα),  δεδομένου ότι ήδη οι κάτοχοι ακίνητης περιουσίας, με αξία άνω των 200.000 Ευρώ, έχουν καταβάλει και τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας και μάλιστα για το ίδιο οικονομικό έτος (2011). Εκτός από την διπλή φορολόγηση μέσα στο ίδιο δημοσιονομικό έτος,  το επίδικο τέλος αποτελεί την τέταρτη σωρευτικά επιβαλλόμενη επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα μετά το Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), ο οποίος αντικατέστησε το Ειδικό Τέλος Ακινήτων, το δημοτικό Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ),  και το συμπληρωματικό φόρο εισοδήματος στα εισοδήματα από ακίνητα, μη υπολογιζομένων των δημοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού και του τέλους χαρτοσήμου 3,6% στις επαγγελματικές μισθώσεις. Σε συνδυασμό με τους φόρους που προβλέπονται για την απόκτηση του ακινήτου, δηλαδή το Φόρο Μεταβίβασης Ακινήτων (ΦΜΑ), το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας στα νεόδμητα Ακίνητα (ΦΠΑ) και τους φόρους κληρονομίας ή δωρεάς, η επιβολή του προσβαλλόμενου τέλους, το οποίο αρχικώς ανακοινώθηκε διετές, στη συνέχεια επιμηκύνθηκε σε τετραετές, για να καταλήξει έκτακτο τέλος «αορίστου χρόνου», οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταβολή, μέσα σε λίγα χρόνια, του ισόποσου της αξίας του ακινήτου σε φόρους. Η  διπλή φορολόγηση μέσα στο ίδιο έτος ή η πολλαπλή  φορολόγηση αντίκειται και στο άρθρο 17 του Συντάγματός μας,  αλλά και στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ που προστατεύουν την ιδιοκτησία και τα εν γένει περιουσιακά δικαιώματα του ατόμου, δεδομένου ότι αυτή η πολλαπλή φορολόγηση του ιδιοκτήτη ακινήτου είναι υπερβολική και δυσανάλογη με τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, καθώς το υπερφορολογηθέν ακίνητο πολλές φορές δεν παράγει κανένα εισόδημα για τον ιδιοκτήτη του. Ε).   Προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος: Με το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: "ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας". Η διάταξη αυτή, η οποία βρίσκεται στο Τμήμα Α΄ του πρώτου μέρους του Συντάγματος, που φέρει τον τίτλο "Μορφή του Πολιτεύματος", δεν θεσπίζει "ατομικό δικαίωμα", αλλά χαρακτηρίζει το δημοκρατικό μας πολίτευμα ως ανθρωποκεντρικό, με θεμέλιο την αξία του ανθρώπου. Ο σεβασμός της αναγορεύεται σε ύπατο κριτήριο της έκφρασης και δράσης των οργάνων της πολιτείας. Στην αξία του ανθρώπου περιλαμβάνεται πρωτίστως η ανθρώπινη προσωπικότητα ως εσωτερικό συναίσθημα τιμής και ως κοινωνική αναγνώριση υπόληψης. Με βάση τη διάταξη αυτή του άρθρου 2,  που δεν αποτελεί απλή διακήρυξη, αλλά κανόνα δικαίου συνταγματικού επιπέδου, η πολιτεία, δηλαδή όλα τα πολιτειακά όργανα, οφείλουν όχι μόνο να "σέβονται" αλλά και να "προστατεύουν" την αξία αυτή (Ολ ΑΠ 40/1998). Πρόκειται για μία θεμελιώδη συνταγματική διάταξη που εξαιρείται από τις υποκείμενες σε αναθεώρηση ή αναστολή διατάξεις (άρθρο 110 παρ. 1 και άρθρο 48 παρ. 1 του Συντάγματος). Το τέλος ακινήτων αντίκειται στην αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου διότι: 1). Υποβαθμίζει τον φορολογούμενο ιδιοκτήτη, ακόμη και τον άνεργο και τον οικονομικά ασθενέστερο, σε αντικείμενο επίτευξης «εκτάκτων» δημοσιονομικών στόχων για τη μείωση ελλειμμάτων. 2). Η διακοπή της ηλεκτροδότησης σε άτομα που αδυνατούν να καταβάλλουν τον φόρο τους οδηγεί σε έσχατη εξαθλίωση και θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την επιβίωσή τους. 3). Ασκεί ένα είδος ψυχολογικής βίας και απειλής σε οικονομικά ασθενέστερα άτομα, τέτοια που δεν συνάδει με τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα του Συντάγματός μας και τις δημοκρατικές παραδόσεις της χώρας μας. Και ναι μεν η αποτροπή της χρεωκοπίας της Χώρας ενδεχομένως να αποτελεί εύλογο σκοπό επιβολής φορολογικών επιβαρύνσεων, δεν επιτρέπει όμως το Σύνταγμά μας, ως μέσο εξαναγκασμού στην καταβολή των επιβαρύνσεων αυτών, την επιβολή μέτρων που καταλήγουν στην προσβολή της ίδιας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Συνεπώς,  το  άρθρο 53 του Ν. 4021/2011  αντίκειται στην θεμελιώδη συνταγματική διάταξη και αρχή του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος για την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. ΣΤ). Κατά παράβαση της αρχής  της ελευθερίας των συναλλαγών και της οικονομικής ελευθερίας κατά το άρθρο 5  παρ. 1  και 106 του Συντάγματος  σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Συντάγματος, "1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. 2 ... 3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανείς δεν ... περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος". Σύμφωνα δε με το άρθρο 106 παρ. 2 του Συντάγματος, "Η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας". Κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». Με τη διάταξη αυτή ανάγεται σε δικαίωμα (ατομικό) η συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας και κατοχυρώνεται η οικονομική ελευθερία. Η ελευθερία αυτή περιλαμβάνει την ελευθερία των συμβάσεων (ελευθερία σύναψης και καταγγελίας της σύμβασης, ελευθερία επιλογής του αντισυμβαλλομένου, ελευθερία διαμόρφωσης του περιεχομένου της σύμβασης κλπ), όπως προβλέπεται ειδικότερα στη διάταξη του άρθρου 361 του Αστικού Κώδικα (Ολ ΑΠ 33/2002). Με την ελευθερία των συμβάσεων, ως εκδήλωση του δικαιώματος της οικονομικής ελευθερίας, δεν συμβιβάζεται κατ' αρχήν, μεταγενέστερη επέμβαση του νομοθέτη, περιοριστική της ελευθερίας αυτής, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ελευθερία αυτή προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων ή ασκείται κατά παραβίαση του Συντάγματος ή ενέχει προσβολή των χρηστών ηθών, καθώς επίσης κατά τις περιπτώσεις που ασκείται εις βάρος της Εθνικής Οικονομίας (άρθρ. 5 παρ. 1, 25 παρ. 3 και 106 παρ. 2 του Συντάγματος, σχ. Ολ. ΑΠ 4/1998, Ολ. ΑΠ 33/2002). Η επιβολή του φόρου ακινήτων μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ παραβιάζει τόσο το σύνταγμα όσο και τους όρους της σύμβασης ιδιωτικού δικαίου που υπέγραψε η ανώνυμη εταιρεία (είτε η Δ.Ε.Η. είτε άλλες εταιρείες) με τον κάθε καταναλωτή.  Οι αιτήσεις και οι συμβάσεις ηλεκτροδότησης που υπογράφηκαν καθορίζουν ρητώς τις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων.  Δεν προκύπτει  καμία άλλη υποχρέωση για τους καταναλωτές πέραν της πληρωμής του κόστους του ρεύματος που κατανάλωσαν, ενδεχομένως και των δημοτικών τελών. Οι παράγραφοι 1 και 11 του άρθρου 53 του Ν. 4021/2011   που επιβάλλουν να πληρώσουν οι καταναλωτές έναν φόρο σε τρίτο μη συμβαλλόμενο φορέα (το Δημόσιο δηλαδή), και τη διακοπή της ηλεκτροδότησης (της σύμβασης δηλαδή) σε περίπτωση μη πληρωμής του φόρου, παραβιάζει αφενός τους όρους της σύμβασης και αφετέρου τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ελευθερίας των συναλλαγών και την οικονομική ελευθερία.  Η Πολιτεία  δεν έχει δικαίωμα, με μεταγενέστερη της σύμβασης νομοθετική ρύθμιση,  να ακυρώσει μονομερώς τις συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου  που έχουν υπογραφεί για την παροχή ηλεκτροδότησης. Η Τροπολογία του άρθρου 53 του Ν.4021/2011 (παράγραφοι  1 και 11) ακυρώνει συμβόλαια παροχής ηλεκτροδότησης του έχουν υπογράψει ιδιώτες καταναλωτές ακόμη και με 100% ιδιωτικές εταιρείες παροχής ηλεκτροδότησης.  Η  διακοπή της ηλεκτροδότησης σε περίπτωση μη πληρωμής του τέλους ακινήτων συνιστά ανεπίτρεπτο περιορισμό στην οικονομική ελευθερία  κατά παράβαση και της  αρχής της αναλογικότητας.   Αντίκειται στις συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν την οικονομική ελευθερία με την ειδικότερη μορφή της ελευθερίας των συμβάσεων, διότι επιβάλλει το εξαιρετικό μέτρο της αυτοδίκαιης καταργήσεως εγκύρων, από τυπικής απόψεως, καταρτισμένων συμβάσεων. Όμως για να είναι επιτρεπτή η επέμβαση του νομοθέτη σε έγκυρες ιδιωτικές συμβάσεις θα πρέπει οι συμβάσεις αυτές  να προσβάλλουν δικαιώματα των άλλων ή να αντίκεινται σε διατάξεις νόμων ή του Συντάγματος ή να ενέχουν προσβολή των χρηστών ηθών ή να προκαλούν βλάβη σε βάρος της Εθνικής Οικονομίας.   Το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011  καταργεί επί της ουσίας τις έγκυρες συμβάσεις παροχής ηλεκτροδότησης  χωρίς να θεσπίζει τα νομικά κριτήρια διαπιστώσεως  των μη νόμιμων ή βλαπτικών όρων κάθε συμβάσεως (ΣΤΕ  3199/2003). Επίσης η κατάργηση αυτών των συμβάσεων καθίσταται σε μόνιμη βάση καθώς, σύμφωνα με το άρθρο 4  παρ. 1.4  της εφαρμοστικής του Νόμου Υπουργικής Απόφασης: «Η επαναχορήγηση του ρεύματος στην παροχή που ηλεκτροδοτεί το συγκεκριμένο ακίνητο από τη Δ.Ε.Η. ή τους εναλλακτικούς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος, μετά τη διαγραφή της απαίτησης για το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε., δεν μπορεί να γίνει αν δεν προσκομισθεί βεβαίωση εξόφλησης του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (!)». Περαιτέρω, το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011  παρεμβαίνει αναδρομικά, επί της ουσίας, και ρυθμίζει, μεταβάλλει δικαιώματα και έννομες σχέσεις που διαμορφώθηκαν στο παρελθόν με την υπογραφή των ιδιωτικών συμβάσεων. ΙΙΙ.    ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ  ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Η απαίτηση  του ποσού των 1.104 Ευρώ  που αντιστοιχεί στο Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.  και η απειλή διακοπής ηλεκτροδότησης των κατοικιών μας σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού αυτού έρχεται σε αντίθεση και με τις συμβατικές υποχρεώσεις της αντιδίκου εταιρείας, οι οποίες απορρέουν από τη μεταξύ μας σύμβαση.     Η σύμβαση μου με την εναγομένη εταιρεία είναι μία έγκυρη σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, αμφοτεροβαρής σύμβαση, και αφορούσε την υποχρέωση παροχής ηλεκτρικού ρεύματος εκ μέρους της εναγομένης και την αντίστοιχη υποχρέωσή μου να της καταβάλλω το αντίτιμο για το ηλεκτρικό ρεύμα που είχα καταναλώσει σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.  Πουθενά στην σύμβαση δεν προβλεπόταν υποχρέωσή μου  να καταβάλλω στην αντίδικο το ποσό του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.,  ή οποιουδήποτε άλλου φόρου,  πλην των δημοτικών τελών.   Επίσης από την μεταξύ μας σύμβαση με την αντίδικο εταιρεία δεν γεννάται δικαίωμα της αντιδίκου να προβεί στην διακοπή της ηλεκτροδότησης της οικίας μας, πλην της περίπτωσης μη πληρωμής εκ μέρους μας του λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος και των δημοτικών τελών. Επειδή η αντίδικος εταιρεία, κατά παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεών της, απαιτεί να της καταβάλλω  και το ποσό 1.104 Ευρώ  για το λεγόμενο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)”. Επειδή από την μεταξύ μας σύμβαση με την αντίδικο εταιρεία δεν γεννάται δικαίωμα της αντιδίκου να προβεί στην διακοπή της ηλεκτροδότησης της οικίας μου,  πλην της περίπτωσης μη πληρωμής εκ μέρους μου του λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος και των δημοτικών τελών. Επειδή δεν οφείλω να καταβάλλω στην αντίδικο εταιρεία το ποσό  των 1.104  Ευρώ  για το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. που θεσπίζεται με το άρθρο 53 του Ν. 4021/2011. Επειδή η παρούσα αγωγή μου είναι νόμιμη κατά το άρθρο 70 ΚΠολΔ, βάσιμη και αληθής. Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι καθ’ ύλην αρμόδιο, λόγω ποσού, και κατά τόπον αρμόδιο, κατά τα άρθρα 33 και 41 ΚΠολΔ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΛΟΓΟΥΣ Και με ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου ΑΙΤΟΥΜΑΙ Να γίνει δεκτή η παρούσα αγωγή μου. Να αναγνωρισθεί ότι δεν οφείλω να καταβάλλω  στην αντίδικο εταιρεία το ποσό των χιλίων εκατόν τεσσάρων (1.104)  Ευρώ που αντιστοιχεί στο λεγόμενο “Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.)”. Να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη εταιρεία δεν έχει δικαίωμα, βάσει της μεταξύ μας σύμβασης παροχής ηλεκτροδότησης, να εισπράττει το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.  και  να προβεί στην διακοπή της ηλεκτροδότησης της ανωτέρω οικίας μου στην ...................... Αττικής σε περίπτωση μη καταβολής του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. Να καταδικαστεί η αντίδικος εταιρεία στη συνολική δικαστική μου δαπάνη. Μαρούσι,  24-11-2011 Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος Η ανωτέρω αγωγή μου ορίστηκε να εκδικαστεί την ..../..../......... ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΗΨΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ: Επειδή λόγω των αλλεπάλληλων και συνεχόμενων φόρων που έχω πληρώσει τελευταία έχει ήδη εξαντληθεί η φοροδοτική μου ικανότητα καθώς είμαι δημόσιος υπάλληλος,  και έχω ήδη υποστεί μεγάλες περικοπές στον μισθό μου το τελευταίο έτος. Επειδή αδυνατώ, λόγω σοβαρής οικονομικής δυσχέρειας, να καταβάλλω το λεγόμενο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενης Επιφάνειας Ακινήτων, καθώς το ποσό  που  καλούμαι να καταβάλλω  για το Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.  ανέρχεται στο ποσό των 1.104 Ευρώ, βρίσκεται δηλαδή σε προφανή δυσαναλογία με την οικονομική μου δυνατότητα, καθώς μοναδικό μου βιοποριστικό μέσο είναι ο μισθός μου από το Δημόσιο. Επειδή λόγω της οικονομικής μου αδυναμίας να καταβάλλω το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενης Επιφάνειας Ακινήτων επίκειται άμεσος κίνδυνος να διακοπεί η ηλεκτροδότηση στην οικία μου από την καθής η αίτησή μου Δ.Ε.Η., καθώς σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 53 παρ. 11 του Ν. 4021/2011  αν δεν καταβληθεί το τέλος ακινήτων, η Δ.Ε.Η. και οι εναλλακτικοί προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος προβαίνουν στην έκδοση εντολής διακοπής του ρεύματος του καταναλωτή προς τον Διαχειριστή του Δικτύου, ο οποίος προβαίνει σε διακοπή της σύνδεσης και δεν το επαναχορηγούν μέχρι να εξοφληθεί το οφειλόμενο τέλος. Επειδή η διακοπή της ηλεκτροδότησής μου θα θέσει σε άμεσο κίνδυνο την επιβίωσή μου και την επιβίωση της οικογένειάς μου καθώς η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος καλύπτει τις βασικές βιοτικές μας ανάγκες (πλύσιμο, διατροφή, θέρμανση κ.ά.)  και ως εκ τούτου είναι απολύτως βέβαιο ότι θα οδηγηθούμε σε απόλυτη εξαθλίωση σε περίπτωση διακοπής της ηλεκτροδότησης. Επειδή επομένως υπάρχει συνδρομή επείγουσας περιπτώσεως, δέον να διαταχθεί ως πρόσφορο ασφαλιστικό μέτρο για την προσωρινή ρύθμιση της καταστάσεως,  η απαγόρευση της διακοπής της ηλεκτροδότησης, από την ΔΕΗ,  της οικίας μου που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Επειδή η επιβολή του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενης Επιφάνειας Ακινήτων αντίκειται σε θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματός μας. Επειδή η διακοπή της ηλεκτροδότησης σε άτομα που αδυνατούν να καταβάλλουν τον φόρο προσβάλλει ευθέως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια που κατοχυρώνεται από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος. Επειδή ο κανόνας της παραγράφου 4 του άρθρου 692 του ΚΠολΔ (“Τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται στην ικανοποίηση του δικαιώματος του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση”) υποχωρεί μόνο στις ακραίες εκείνες περιπτώσεις που πιθανολογείται κίνδυνος σημαντικής προσβολής της αξίας του ανθρώπου η οποία διασφαλίζεται συνταγματικώς (άρθρ. 2 παρ. 1 του Συντάγματος) (βλ. ΜονΠρΑθ 16803/1982, Δ 14.54 περιουσιακών ζημιών (βλ. ΜΠρΑθ 16803/82 Δ 14.54, ΜΠρΑθ 2139/81 ΝοΒ 29.733, ΕιρΡόδου 22/2007 Α` ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΜονΠΑθ 13130/1997, ΕΔΠολ 1997.209, ΝοΒ 1987.323). Επειδή το Δικαστήριό Σας είναι  καθ΄ ύλην αρμόδιο, λόγω ποσού, και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση της παρούσας αίτησης ασφαλιστικών μέτρων. Επειδή, κατά το άρθρο 683 παρ. 2 του ΚΠολΔ, τα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται και από τα Ειρηνοδικεία όταν η κύρια υπόθεση υπάγεται στην καθ΄ ύλην  αρμοδιότητά τους. Επειδή η αίτησή μου είναι καθόλα νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 731 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, βάσιμη και αληθής. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Και με ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου. ΖΗΤΩ Να γίνει δεκτή η αίτησή μου. Να διαταχθεί ως πρόσφορο ασφαλιστικό μέτρο η απαγόρευση της διακοπής της ηλεκτροδότησης, από την αντίδικο εταιρεία, της οικίας μου που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας και να διατηρηθεί η παροχή της ηλεκτροδότησής της  και Με Προσωρινή Διαταγή του Δικαστηρίου Σας να διαταχθεί προσωρινά,  και μέχρι την έκδοση απόφασης επί της παρούσας, η απαγόρευση της διακοπής της ηλεκτροδότησης, από την αντίδικο, της οικίας  μου που αναφέρονται στο ιστορικό της παρούσας και να διατηρηθεί η παροχή της ηλεκτροδότησης της οικίας μου. Να καταδικασθεί η καθής η αίτηση εταιρεία στη συνολική  δικαστική ους  δαπάνη. Μαρούσι,   24-11-2011 Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος Παναγιώτης Χασιώτης